Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
mortariolum
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Λατινικά (la)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Κλίση
1.2.3
Συγγενικά
Λατινικά
(la)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
mortariolum
<
πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα
*mer (
ζυμώνω
,
χτυπώ
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
mortariolum
ουδέτερο
γουδί
Συνώνυμα
επεξεργασία
mortarium
Κλίση
επεξεργασία
αριθμός
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
mortariolum
mortariola
γενική
mortariolī
mortariolōrum
δοτική
mortariolō
mortariolīs
αιτιατική
mortariolum
mortariola
κλητική
mortariolum
mortariola
αφαιρετική
mortariolō
mortariolīs
(β' κλίση)
Συγγενικά
επεξεργασία
(
αγγλικά
)
mortar
(
γαλλικά
)
mortier
(
ισπανικά
)
mortero
(
ιταλικά
)
mortaio
(
καταλανικά
)
morter
(
πορτογαλικά
)
morteiro
(
ρουμανικά
)
mortar