laus
Λατινικά (la) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
laus θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
επεξεργασία
Κλίση επεξεργασία
αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | laus | laudēs |
γενική | laudis | laudum |
δοτική | laudī | laudibus |
αιτιατική | laudem | laudēs |
κλητική | laus | laudēs |
αφαιρετική | laude | laudibus |