hit
Αγγλικά (en) Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
hit | hits |
hit (en)
ΡήμαΕπεξεργασία
ενεστώτας | hit |
---|---|
γ΄ ενικό ενεστώτα | hits |
αόριστος | hit |
παθητική μετοχή | hit |
ενεργητική μετοχή | hitting |
αγγλικά ανώμαλα ρήματα |
hit (en)
ενικός | πληθυντικός |
hit | hits |
hit (en)
ενεστώτας | hit |
---|---|
γ΄ ενικό ενεστώτα | hits |
αόριστος | hit |
παθητική μετοχή | hit |
ενεργητική μετοχή | hitting |
αγγλικά ανώμαλα ρήματα |
hit (en)