Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
conseil conseils

conseil (fr) αρσενικό

  1. η συμβουλή
  2. η γνωμοδότηση
  3. το συμβούλιο
  4. η σύγκλητος

Συγγενικά

επεξεργασία