• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

castrum

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Λατινικά (la)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συνώνυμα
      • 1.2.2 Συγγενικές λέξεις
      • 1.2.3 Κλίση
      • 1.2.4 Απόγονοι
    • 1.3 Πηγές

Λατινικά (la)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

castrum < ινδοευρωπαϊκή ρίζα *kes- (κόβω, χωρίζω)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

castrum (la) ουδέτερο

  1. κάθε οχυρή θέση
  2. κάστρο
  3. (στον πληθυντικό) castra: στρατόπεδο

ΣυνώνυμαΕπεξεργασία

  • castellum
  • castra (θηλυκό)

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • castro

ΚλίσηΕπεξεργασία

αριθμός ενικός πληθυντικός
ονομαστική castrum castra
γενική castrī castrōrum
δοτική castrō castrīs
αιτιατική castrum castra
κλητική castrum castra
αφαιρετική castrō castrīs
(β' κλίση)

ΑπόγονοιΕπεξεργασία

castrum (λατινικά)

↷ μεσαιωνικά ελληνικά: κάστρον
⇒ νέα ελληνικά: κάστρο

  ΠηγέςΕπεξεργασία

  • «castrum» - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=castrum&oldid=5279674"
Τελευταία επεξεργασία στις 26 Σεπτεμβρίου 2021, στις 23:38
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 26 Σεπτεμβρίου 2021, στις 23:38.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie