Nagel
Γερμανικά (de)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
ονομαστική | der | Nagel | die | Nägel |
γενική | des | Nagels | der | Nägel |
δοτική | dem | Nagel | den | Nägeln |
αιτιατική | den | Nagel | die | Nägel |
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαNagel (de) αρσενικό
Κύριο όνομα
επεξεργασίαNagel αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Nagel < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαNagel αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [3]
Σουηδικά (sv)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Nagel < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαNagel αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [4]
Σλοβενικά (sl)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Nagel < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαNagel αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- Priimki (M-R), Slovenija, letno, Vlada Republike Slovenije Statistični Urad Republike Slovenije (Επώνυμα (M-R), ετήσια, Κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Σλοβενίας, Στατιστική Υπηρεσία της Δημοκρατίας της Σλοβενίας), ανακτήθηκε 31/8/2023, CC BY 4.0 [5]