Ὤγυγος
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | Ὤγυγος | οἱ | Ὤγυγοι |
γενική | τοῦ | Ὠγύγου | τῶν | Ὠγύγων |
δοτική | τῷ | Ὠγύγῳ | τοῖς | Ὠγύγοις |
αιτιατική | τὸν | Ὤγυγον | τοὺς | Ὠγύγους |
κλητική ὦ! | Ὤγυγε | Ὤγυγοι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Ὠγύγω | ||
γεν-δοτ | τοῖν | Ὠγύγοιν | ||
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ὤγυγος < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαὬγυγος αρσενικό
- (ελληνική μυθολογία) ανδρικό όνομα μυθικού ήρωα
- ※ 2ος αιώνας κε ⌘ Παυσανίας, Ελλάδος περιήγησις, Α. Αττικά, 38.7, έκδοση Teubner, 1903
- Ἐλευσῖνα δὲ ἥρωα, ἀφ᾽ οὗ τὴν πόλιν ὀνομάζουσιν, οἱ μὲν Ἑρμοῦ παῖδα εἶναι καὶ Δαείρας Ὠκεανοῦ θυγατρὸς λέγουσι, τοῖς δέ ἐστι πεποιημένα Ὤγυγον εἶναι πατέρα Ἐλευσῖνι·
- ※ 2ος αιώνας κε ⌘ Παυσανίας, Ελλάδος περιήγησις, Θ. Βοιωτικά, 5.1, έκδοση Teubner, 1903
- γῆν δὲ τὴν Θηβαί̈δα οἰκῆσαι πρῶτον λέγουσιν Ἔκτηνας, βασιλέα δὲ εἶναι τῶν Ἐκτήνων ἄνδρα αὐτόχθονα Ὤγυγον: καὶ ἀπὸ τούτου τοῖς πολλοῖς τῶν ποιητῶν ἐπίκλησις ἐς τὰς Θήβας ἐστὶν Ὠγύγιαι.
- ※ 2ος αιώνας κε ⌘ Παυσανίας, Ελλάδος περιήγησις, Α. Αττικά, 38.7, έκδοση Teubner, 1903
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press