Δείτε επίσης: Ἴδαιος

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ἰδαῖος < Ἴδ(η) + -αῖος

  Επίθετο επεξεργασία

γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Ἰδαῖος Ἰδαί τὸ Ἰδαῖον
      γενική τοῦ Ἰδαίου τῆς Ἰδαίᾱς τοῦ Ἰδαίου
      δοτική τῷ Ἰδαί τῇ Ἰδαί τῷ Ἰδαί
    αιτιατική τὸν Ἰδαῖον τὴν Ἰδαίᾱν τὸ Ἰδαῖον
     κλητική ! Ἰδαῖε Ἰδαί Ἰδαῖον
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ Ἰδαῖοι αἱ Ἰδαῖαι τὰ Ἰδαῖ
      γενική τῶν Ἰδαίων τῶν Ἰδαίων τῶν Ἰδαίων
      δοτική τοῖς Ἰδαίοις ταῖς Ἰδαίαις τοῖς Ἰδαίοις
    αιτιατική τοὺς Ἰδαίους τὰς Ἰδαίᾱς τὰ Ἰδαῖ
     κλητική ! Ἰδαῖοι Ἰδαῖαι Ἰδαῖ
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ Ἰδαίω τὼ Ἰδαί τὼ Ἰδαίω
      γεν-δοτ τοῖν Ἰδαίοιν τοῖν Ἰδαίαιν τοῖν Ἰδαίοιν
2η&1η κλίση, Κατηγορία 'λόγιος' όπως «ὡραῖος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ἰδαῖος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ἰδαῖος αρσενικό

  Πηγές επεξεργασία