↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ἴγδη αἱ ...?...αι
      γενική τῆς ἴγδης τῶν ἰγδῶν
      δοτική τῇ ἴγδ ταῖς ἴγδαις
    αιτιατική τὴν ἴγδην τὰς ἴγδᾱς
     κλητική ! ἴγδη ...?...αι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἴγδ
γεν-δοτ τοῖν  ἴγδαιν
Δεν υπάρχουν πληροφορίες για την προσωδία
του δίχρονου φωνήεντος στην παραλήγουσα.
Δεν γνωρίζουμε πώς τονίζεται η ονομαστική πληθυντικού.
1η κλίση, ομάδα 'γνώμη', Κατηγορία 'γνώμη' όπως «γνώμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ἴγδη < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ἴγδη, -ης θηλυκό

  • άλλη μορφή του ἴγδις το γουδί
    Ἴγδη: ἡ θυῖα, ἔνθα μίσγομεν τὰ ἀρτύσματα (Γουδιανό Ετυμολογικό-Etymologicum Gudianum, Ι, 271, 15)
    ※  5ος αιώνας πκε Ἱπποκράτης, Περὶ γυναικείης φύσιος, (De natura muliebri), 88,@scaife.perseus
    Ἢν τὸ χορίον μὴ ὑποχωρέῃ, κόνυζαν τρίψας, ἐν εἰρίῳ ποιήσας πρόσθεμα, προστιθέναι, καὶ τῇ ἴγδῃ οἴνῳ διατρίψας, δοῦναι πιεῖν.
    ※  5ος αιώνας πκε Ἱπποκράτης, Γυναικεῖα, (De muliebribus), 1.103,@scaife.perseus
    Ἔμπλαστρον· μίσυ κατακαύσας, τρῖβε ἐν ἴγδῃ·

Συνώνυμα

επεξεργασία