ἴγδη
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | ἴγδη | αἱ | ...?...αι |
γενική | τῆς | ἴγδης | τῶν | ἰγδῶν |
δοτική | τῇ | ἴγδῃ | ταῖς | ἴγδαις |
αιτιατική | τὴν | ἴγδην | τὰς | ἴγδᾱς |
κλητική ὦ! | ἴγδη | ...?...αι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ἴγδᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | ἴγδαιν | ||
Δεν υπάρχουν πληροφορίες για την προσωδία του δίχρονου φωνήεντος στην παραλήγουσα. Δεν γνωρίζουμε πώς τονίζεται η ονομαστική πληθυντικού. | ||||
1η κλίση, ομάδα 'γνώμη', Κατηγορία 'γνώμη' όπως «γνώμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- ἴγδη < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαἴγδη, -ης θηλυκό
- άλλη μορφή του ἴγδις το γουδί
- Ἴγδη: ἡ θυῖα, ἔνθα μίσγομεν τὰ ἀρτύσματα (Γουδιανό Ετυμολογικό-Etymologicum Gudianum, Ι, 271, 15)
- ※ 5ος αιώνας πκε ⌘ Ἱπποκράτης, Περὶ γυναικείης φύσιος, (De natura muliebri), 88,@scaife.perseus
- Ἢν τὸ χορίον μὴ ὑποχωρέῃ, κόνυζαν τρίψας, ἐν εἰρίῳ ποιήσας πρόσθεμα, προστιθέναι, καὶ τῇ ἴγδῃ οἴνῳ διατρίψας, δοῦναι πιεῖν.
- ※ 5ος αιώνας πκε ⌘ Ἱπποκράτης, Γυναικεῖα, (De muliebribus), 1.103,@scaife.perseus
- Ἔμπλαστρον· μίσυ κατακαύσας, τρῖβε ἐν ἴγδῃ·
Συνώνυμα
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- ἴγδη, ἴγδις - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.