ἦτορ
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- ἦτορ < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ἦτορ, -ορος ουδέτερο, (ελλειπτικό ουσιαστικό) (μόνο στην ονομαστική και αιτιατική στον Όμηρο, Ησίοδο και Πίνδαρο, και στη δοτική στον Σιμωνίδη)
- (ανατομία) η καρδιά, ως όργανο του ανθρώπινου σώματος
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 22 (Χ. Ἕκτορος ἀναίρεσις.), στίχ. 452 (451-453)
- ἐν δ᾽ ἐμοὶ αὐτῇ | στήθεσι πάλλεται ἦτορ ἀνὰ στόμα, νέρθε δὲ γοῦνα | πήγνυται· ἐγγὺς δή τι κακὸν Πριάμοιο τέκεσσιν.
- η καρδιά στο στήθος μου σπαράζει | κατά το στόμα· επέτρωσαν τα γόνατά μου κάτω· | κάτι κακόν είναι κοντά στα τέκνα του Πριάμου.
- Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
- ἐν δ᾽ ἐμοὶ αὐτῇ | στήθεσι πάλλεται ἦτορ ἀνὰ στόμα, νέρθε δὲ γοῦνα | πήγνυται· ἐγγὺς δή τι κακὸν Πριάμοιο τέκεσσιν.
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 22 (Χ. Ἕκτορος ἀναίρεσις.), στίχ. 452 (451-453)
- (ανατομία) η καρδιά, ως η έδρα της ψυχής, της ζωής
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 5 (Ε. Διομήδους ἀριστεία.), στίχ. 250 (249-250)
- ἀλλ᾽ ἄγε δὴ χαζώμεθ᾽ ἐφ᾽ ἵππων, μηδέ μοι οὕτω | θῦνε διὰ προμάχων, μή πως φίλον ἦτορ ὀλέσσῃς.»
- Κι έλα στ᾽ αμάξι ανάμερα μ᾽ εμέ και στους προμάχους | μη τόσο μου λυσσομανάς, μη χάσεις την ζωήν σου».
- Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
- ἀλλ᾽ ἄγε δὴ χαζώμεθ᾽ ἐφ᾽ ἵππων, μηδέ μοι οὕτω | θῦνε διὰ προμάχων, μή πως φίλον ἦτορ ὀλέσσῃς.»
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 5 (Ε. Διομήδους ἀριστεία.), στίχ. 250 (249-250)
- (ανατομία) η καρδιά, ως η έδρα των συναισθημάτων (π.χ. χαρά, λύπη, οργή, δυσαρέσκεια) και των επιθυμιών
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 3 (Γ. Ὅρκοι. Τειχοσκοπία. Ἀλεξάνδρου καὶ Μενελάου μονομαχία.), στίχ. 31 (30-32)
- Τὸν δ᾽ ὡς οὖν ἐνόησεν Ἀλέξανδρος θεοειδὴς | ἐν προμάχοισι φανέντα, κατεπλήγη φίλον ἦτορ, | ἂψ δ᾽ ἑτάρων εἰς ἔθνος ἐχάζετο κῆρ᾽ ἀλεείνων.
- Και ο θεϊκός Αλέξανδρος άμ᾽ είδε αυτόν που εφάνη | μες στους προμάχους, η καρδιά του εσπάραξε στα στήθη | και να σωθεί εσύρθηκε στην μέση των συντρόφων.
- Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
- Τὸν δ᾽ ὡς οὖν ἐνόησεν Ἀλέξανδρος θεοειδὴς | ἐν προμάχοισι φανέντα, κατεπλήγη φίλον ἦτορ, | ἂψ δ᾽ ἑτάρων εἰς ἔθνος ἐχάζετο κῆρ᾽ ἀλεείνων.
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 1 (Α. Λοιμός. Μῆνις.), στίχ. 188 (188-189)
- Ὣς φάτο· Πηλεΐωνι δ᾽ ἄχος γένετ᾽, ἐν δέ οἱ ἦτορ | στήθεσσιν λασίοισι διάνδιχα μερμήριξεν,
- Τα λόγια τούτα επλήγωσαν τα σπλάχνα του Αχιλλέως | κι έστρεψε δύο στοχασμούς μες στα δασιά του στήθη·
- Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
- Ὣς φάτο· Πηλεΐωνι δ᾽ ἄχος γένετ᾽, ἐν δέ οἱ ἦτορ | στήθεσσιν λασίοισι διάνδιχα μερμήριξεν,
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 3 (Γ. Ὅρκοι. Τειχοσκοπία. Ἀλεξάνδρου καὶ Μενελάου μονομαχία.), στίχ. 31 (30-32)
Συνώνυμα
επεξεργασίαΣύνθετα
επεξεργασίαΠαράγωγα
επεξεργασία
Πηγές
επεξεργασία
- ἦτορ - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἦτορ - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.