Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ἐπιζήσας
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
επιζήσας
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
↓
πτώσεις
ενικός
ονομαστική
ὁ
ἐπιζήσᾱ
ς
ἡ
ἐπιζήσᾱσ
ᾰ
τὸ
ἐπιζῆσᾰν
γενική
τοῦ
ἐπιζήσᾰντ
ος
τῆς
ἐπιζησᾱ́σ
ης
τοῦ
ἐπιζήσᾰντ
ος
δοτική
τῷ
ἐπιζήσᾰντ
ῐ
τῇ
ἐπιζησᾱ́σ
ῃ
τῷ
ἐπιζήσᾰντ
ῐ
αιτιατική
τὸν
ἐπιζήσᾰντ
ᾰ
τὴν
ἐπιζήσᾱσ
ᾰν
τὸ
ἐπιζῆσᾰν
κλητική
ὦ
!
ἐπιζήσᾱ
ς
ἐπιζήσᾱσ
ᾰ
ἐπιζῆσᾰν
↓
πτώσεις
πληθυντικός
ονομαστική
οἱ
ἐπιζήσᾰντ
ες
αἱ
ἐπιζήσᾱσ
αι
τὰ
ἐπιζήσᾰντ
ᾰ
γενική
τῶν
ἐπιζησᾰ́ντ
ων
τῶν
ἐπιζησᾱσ
ῶν
τῶν
ἐπιζησᾰ́ντ
ων
δοτική
τοῖς
ἐπιζήσᾱ
σῐ
(
ν
)
ταῖς
ἐπιζησᾱ́σ
αις
τοῖς
ἐπιζήσᾱ
σῐ
(
ν
)
αιτιατική
τοὺς
ἐπιζήσᾰντ
ᾰς
τὰς
ἐπιζησᾱ́σ
ᾱς
τὰ
ἐπιζήσᾰντ
ᾰ
κλητική
ὦ
!
ἐπιζήσᾰντ
ες
ἐπιζήσᾱσ
αι
ἐπιζήσᾰντ
ᾰ
δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ
τὼ
ἐπιζήσᾰντ
ε
τὼ
ἐπιζησᾱ́σ
ᾱ
τὼ
ἐπιζήσᾰντ
ε
γεν-δοτ
τοῖν
ἐπιζήσᾰ́ντ
οιν
τοῖν
ἐπιζησᾱ́σ
αιν
τοῖν
ἐπιζησᾰ́ντ
οιν
3η&1η κλίση
,
Κατηγορία 'λύσας'
όπως «
νικήσας
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
ἐπιζήσας, -ασα, -αν
μετοχή
ενεργητικού
αορίστου
(
ἐπέζησα
)
του ρήματος
ἐπιζῶ (ἐπιζάω)
:
επιζήσας