Ἄζωτος
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | Ἄζωτος | οἱ | Ἄζωτοι |
γενική | τοῦ | Ἀζώτου | τῶν | Ἀζώτων |
δοτική | τῷ | Ἀζώτῳ | τοῖς | Ἀζώτοις |
αιτιατική | τὸν | Ἄζωτον | τοὺς | Ἀζώτους |
κλητική ὦ! | Ἄζωτε | Ἄζωτοι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Ἀζώτω | ||
γεν-δοτ | τοῖν | Ἀζώτοιν | ||
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ἄζωτος < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαἌζωτος αρσενικό
- ανδρικό όνομα
- πόλη της περιοχής της Παλαιστίνης, το σημερινό Ασντόντ (συναντάται και ως θηλυκό)
Άλλες γραφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- Ἄζωτος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.