Ἀζωτός
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | Ἀζωτός | ||
γενική | τῆς | Ἀζωτοῦ | ||
δοτική | τῇ | Ἀζωτῷ | ||
αιτιατική | τὴν | Ἀζωτόν | ||
κλητική ὦ! | Ἀζωτέ | |||
2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ὁδός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ἀζωτός < → δείτε τη λέξη Ἄζωτος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαἈζωτός θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- Ἀζωτός - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.