ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Ἀραφήν οἱ Ἀραφῆνες
      γενική τοῦ Ἀραφῆνος τῶν Ἀραφήνων
      δοτική τῷ Ἀραφῆν τοῖς Ἀραφῆσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν Ἀραφῆν τοὺς Ἀραφῆνᾰς
     κλητική ! Ἀραφήν Ἀραφῆνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ἀραφῆνε
γεν-δοτ τοῖν  Ἀραφήνοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'σωλήν' όπως «σωλήν» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Ἀραφήν < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ἀραφήν αρσενικό

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία