Ἀμέλανται
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίακαθαρεύουσα (κατά την αρχαία κλίση) | ||||||||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | αἱ | Ἀμέλανται | ||||||
γενική | τῶν | Ἀμελαντῶν | ||||||
δοτική | ταῖς | Ἀμελάνταις | ||||||
αιτιατική | τὰς | Ἀμελάντας | ||||||
κλητική ὦ! | Ἀμέλανται | |||||||
1η κλίση, Κατηγορία 'θάλασσα' όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ἀμέλανται < → δείτε τη λέξη Αμέλαντες
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /aˈme.lan.de/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ἀ‐μέ‐λα‐νται
Κύριο όνομα
επεξεργασίαἈμέλανται θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό
- (καθαρεύουσα) χωριό της Εύβοιας
- → δείτε τη λέξη Αμέλαντες