Ετυμολογία

επεξεργασία
Ἀλβανός < ελληνιστική κοινή Ἀλβανός (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ἀλβανός αρσενικό



  Ετυμολογία 1

επεξεργασία
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Ἀλβανός Ἀλβανή τὸ Ἀλβανόν
      γενική τοῦ Ἀλβανοῦ τῆς Ἀλβανῆς τοῦ Ἀλβανοῦ
      δοτική τῷ Ἀλβαν τῇ Ἀλβαν τῷ Ἀλβαν
    αιτιατική τὸν Ἀλβανόν τὴν Ἀλβανήν τὸ Ἀλβανόν
     κλητική ! Ἀλβανέ Ἀλβανή Ἀλβανόν
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ Ἀλβανοί αἱ Ἀλβαναί τὰ Ἀλβανᾰ́
      γενική τῶν Ἀλβανῶν τῶν Ἀλβανῶν τῶν Ἀλβανῶν
      δοτική τοῖς Ἀλβανοῖς ταῖς Ἀλβαναῖς τοῖς Ἀλβανοῖς
    αιτιατική τοὺς Ἀλβανούς τὰς Ἀλβανᾱ́ς τὰ Ἀλβανᾰ́
     κλητική ! Ἀλβανοί Ἀλβαναί Ἀλβανᾰ́
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ Ἀλβανώ τὼ Ἀλβανᾱ́ τὼ Ἀλβανώ
      γεν-δοτ τοῖν Ἀλβανοῖν τοῖν Ἀλβαναῖν τοῖν Ἀλβανοῖν
2η&1η κλίση, Κατηγορία 'καλός' όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ἀλβανός < Ἀλβαν(ία) + -ος

  Επίθετο

επεξεργασία

Ἀλβανός, -η, -ον

  Ετυμολογία 2

επεξεργασία
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Ἀλβανός οἱ Ἀλβανοί
      γενική τοῦ Ἀλβανοῦ τῶν Ἀλβανῶν
      δοτική τῷ Ἀλβαν τοῖς Ἀλβανοῖς
    αιτιατική τὸν Ἀλβανόν τοὺς Ἀλβανούς
     κλητική ! Ἀλβανέ Ἀλβανοί
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ἀλβανώ
γεν-δοτ τοῖν  Ἀλβανοῖν
2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ἀλβανός < εθνικό Ἀλβανός

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ἀλβανός αρσενικό