Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η όξινη βροχή οι όξινες βροχές
      γενική της όξινης βροχής των όξινων βροχών
    αιτιατική την όξινη βροχή τις όξινες βροχές
     κλητική όξινη βροχή όξινες βροχές
Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

όξινη βροχή < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική acid rain• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  , → δείτε τις λέξεις όξινος και βροχή

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈo.ksi.ni vɾoˈçi/

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

όξινη βροχή θηλυκό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία