↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ψυχρηλασία οι ψυχρηλασίες
      γενική της ψυχρηλασίας των ψυχρηλασιών
    αιτιατική την ψυχρηλασία τις ψυχρηλασίες
     κλητική ψυχρηλασία ψυχρηλασίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ψυχρηλασία < ψυχρηλατώ + -σία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ψυχρηλασία θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία