Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ψαχούλεμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
ψαχούλεμα
τα
ψαχουλέμα
τ
α
γενική
του
ψαχουλέμα
τ
ος
των
ψαχουλεμά
τ
ων
αιτιατική
το
ψαχούλεμα
τα
ψαχουλέμα
τ
α
κλητική
ψαχούλεμα
ψαχουλέμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ψαχούλεμα
<
ψαχουλεύω
+
-μα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ψαχούλεμα
ουδέτερο
η
ενέργεια
τού
ψαχουλεύω
Συνώνυμα
επεξεργασία
ανασκάλεμα
ψάξιμο
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τη λέξη
ψαχουλεύω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ψαχούλεμα