Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το χαμαίδρυο τα χαμαίδρυα
      γενική του χαμαιδρύου
χαμαίδρυου
των χαμαιδρύων
    αιτιατική το χαμαίδρυο τα χαμαίδρυα
     κλητική χαμαίδρυο χαμαίδρυα
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

χαμαίδρυο < → δείτε τη λέξη χαμοδρυά

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /xaˈme.ðɾi.o/
τυπογραφικός συλλαβισμός: χα‐μαι‐δρυ‐ά

  Ουσιαστικό επεξεργασία

χαμαίδρυο ουδέτερο

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • χαμαίδρυο - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)