χαλιφροσύνη
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|---|
χᾰλιφροσῠνα- | |||||
ονομαστική | ἡ | χαλιφροσύνη | αἱ | χαλιφροσύναι | |
γενική | τῆς | χαλιφροσύνης | τῶν | χαλιφροσυνῶν | |
δοτική | τῇ | χαλιφροσύνῃ | ταῖς | χαλιφροσύναις | |
αιτιατική | τὴν | χαλιφροσύνην | τὰς | χαλιφροσύνᾱς | |
κλητική ὦ! | χαλιφροσύνη | χαλιφροσύναι | |||
δυϊκός | |||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | χαλιφροσύνᾱ | |||
γεν-δοτ | τοῖν | χαλιφροσύναιν | |||
Το φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ. | |||||
1η κλίση, ομάδα 'γνώμη', Κατηγορία 'δίκη' όπως «βελόνη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαχαλιφροσύνη, -ης θηλυκό
- (άπαξ λεγόμενον) απερισκεψία, επιπολαιότητα, έλλειψη φρόνησης
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 16 (π. Ἀναγνωρισμὸς Ὀδυσσέως ὑπὸ Τηλεμάχου.), στίχ. 310 (309-310)
- «ὦ πάτερ, ἦ τοι ἐμὸν θυμὸν καὶ ἔπειτά γ᾽, ὀΐω, | γνώσεαι· οὐ μὲν γάρ τι χαλιφροσύναι γέ μ᾽ ἔχουσιν·
- «Πατέρα, το φρόνημά μου σύντομα θα το γνωρίσεις — | δεν είμαι πάντως αχαλίνωτος.
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- «ὦ πάτερ, ἦ τοι ἐμὸν θυμὸν καὶ ἔπειτά γ᾽, ὀΐω, | γνώσεαι· οὐ μὲν γάρ τι χαλιφροσύναι γέ μ᾽ ἔχουσιν·
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 16 (π. Ἀναγνωρισμὸς Ὀδυσσέως ὑπὸ Τηλεμάχου.), στίχ. 310 (309-310)
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη χαλίφρων
Πηγές
επεξεργασία- χαλιφροσύνη - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- χαλιφροσύνη - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.