χαλβαδόπιτα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαχαλβαδόπιτα θηλυκό
- (γλυκό) είδος γλυκίσματος με βασικό υλικό τον χαλβά
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία χαλβαδόπιτα
|
Πηγές
επεξεργασία- χαλβαδόπιτα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας