↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φωσφατίνη οι φωσφατίνες
      γενική της φωσφατίνης των φωσφατινών
    αιτιατική τη φωσφατίνη τις φωσφατίνες
     κλητική φωσφατίνη φωσφατίνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
φωσφατίνη < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική phosphatine (σήμα κατατεθέν) < phosphore + -ine < φωσφ όπως φώσφορος + -ίνη[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /fo.sfaˈti.ni/
τυπογραφικός συλλαβισμός: φω‐σφα‐τί‐νη

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

φωσφατίνη θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία