φυσιοθεραπεία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- φυσιοθεραπεία < φύση + -ο- + -θεραπεία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
επεξεργασία
φυσιοθεραπεία θηλυκό
- θεραπευτική μέθοδος η οποία χρησιμοποιεί φυσικά μέσα όπως κίνηση, φως, νερό, ηλεκτρικό ρεύμα, ήχος)
Συνώνυμα
επεξεργασία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
φυσιοθεραπεία