Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
φυλογενετικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
φυλογενετικ
ός
η
φυλογενετικ
ή
το
φυλογενετικ
ό
γενική
του
φυλογενετικ
ού
της
φυλογενετικ
ής
του
φυλογενετικ
ού
αιτιατική
τον
φυλογενετικ
ό
τη
φυλογενετικ
ή
το
φυλογενετικ
ό
κλητική
φυλογενετικ
έ
φυλογενετικ
ή
φυλογενετικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
φυλογενετικ
οί
οι
φυλογενετικ
ές
τα
φυλογενετικ
ά
γενική
των
φυλογενετικ
ών
των
φυλογενετικ
ών
των
φυλογενετικ
ών
αιτιατική
τους
φυλογενετικ
ούς
τις
φυλογενετικ
ές
τα
φυλογενετικ
ά
κλητική
φυλογενετικ
οί
φυλογενετικ
ές
φυλογενετικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
φυλογενετικός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
φυλογενετικός
σχετικός με τη
φυλογένεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία
φυλογενετικός