Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
φρεσκάρισμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
φρεσκάρισμα
τα
φρεσκαρίσμα
τ
α
γενική
του
φρεσκαρίσμα
τ
ος
των
φρεσκαρισμά
τ
ων
αιτιατική
το
φρεσκάρισμα
τα
φρεσκαρίσμα
τ
α
κλητική
φρεσκάρισμα
φρεσκαρίσμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
φρεσκάρισμα
<
φρεσκάρω
με θέμα φρεσκαρισ- +
-μα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
φρεσκάρισμα
ουδέτερο
η ενέργεια του
φρεσκάρω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
φρεσκάρισμα
γαλλικά
:
rafraîchissement
(fr)