φοροοφειλέτης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
φοροοφειλέτης αρσενικό (θηλυκό: φοροοφειλέτρια)
Άλλες μορφές επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
φοροοφειλέτης
|
φοροοφειλέτης αρσενικό (θηλυκό: φοροοφειλέτρια)
|