φλύκταινα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- φλύκταινα < αρχαία ελληνική φλύκταινα
Ουσιαστικό επεξεργασία
φλύκταινα θηλυκό
Συνώνυμα επεξεργασία
ψύδραξ - ακος (ο) και ψυδράκιο (υποκορ.), άφθα
φλύκταινα θηλυκό
ψύδραξ - ακος (ο) και ψυδράκιο (υποκορ.), άφθα