• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

φουσκάλα

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
    • 1.3 Συνώνυμα
      • 1.3.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
 προσχέδιο λήμματος: μπορείτε να βοηθήσετε επεκτείνοντάς το λήμμα
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φουσκάλα οι φουσκάλες
      γενική της φουσκάλας των φουσκαλών
    αιτιατική τη φουσκάλα τις φουσκάλες
     κλητική φουσκάλα φουσκάλες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Φουσκάλα γεμάτη υγρό.

Ετυμολογία

επεξεργασία
φουσκάλα < φούσκα

Ουσιαστικό

επεξεργασία

φουσκάλα θηλυκό

  • κύστη στο δέρμα, γεμάτη πυώδες υγρό

Συγγενικά

επεξεργασία
  • φούσκα
  • φουσκαλιάζω
  • φουσκάλιασμα

Συνώνυμα

επεξεργασία
  • φούσκα
  • φυσαλίδα
  • μπουρμπουλήθρα

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    φουσκάλα
  • αγγλικά : blister (en)
  • γαλλικά : ampoule (fr)
  • ισπανικά : ampolla (es)
  • ιταλικά : bolla (it)
  • νορβηγικά : boble (no)
  • ουγγρικά : hólyag (hu)
  • πολωνικά : pęcherzyk (pl)
  • πορτογαλικά : empola (pt)
  • σερβικά : плик (sr)
  • σουηδικά : blåsa (sv)
  • τσεχικά : puchýřek (cs)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=φουσκάλα&oldid=6528342"
Τελευταία επεξεργασία στις 12 Δεκεμβρίου 2023, στις 11:42

Γλώσσες

    • English
    • Na Vosa Vakaviti
    • Malagasy
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 12 Δεκεμβρίου 2023, στις 11:42.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας