Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φλασιά οι φλασιές
      γενική της φλασιάς των φλασιών
    αιτιατική τη φλασιά τις φλασιές
     κλητική φλασιά φλασιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

φλασιά < φλας + -ιά

  Ουσιαστικό επεξεργασία

φλασιά θηλυκό

  1. στιγμιαία φωτεινή αναλαμπή
  2. στιγμιαία έμπνευση, στιγμιαία αναλαμπή
    Εκεί που καθόμουνα έφαγα μια φλασιά και θυμήθηκα ότι...

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία