φεστόνι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | φεστόνι | τα | φεστόνια |
γενική | του | φεστονιού | των | φεστονιών |
αιτιατική | το | φεστόνι | τα | φεστόνια |
κλητική | φεστόνι | φεστόνια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- φεστόνι < (άμεσο δάνειο) ιταλική festone[1]
Ουσιαστικό επεξεργασία
φεστόνι ουδέτερο
- είδος κεντητού με στρογγυλές ή μυτερές απολήξεις
- (αρχιτεκτονική) διάκοσμος γλυπτός σε μορφή γιρλάντας, ανθών ή καρπών
Μεταφράσεις επεξεργασία
φεστόνι
|
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ φεστόνι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας