Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο υποχλωριώδης η υποχλωριώδης το υποχλωριώδες
      γενική του υποχλωριώδους της υποχλωριώδους του υποχλωριώδους
    αιτιατική τον υποχλωριώδη την υποχλωριώδη το υποχλωριώδες
     κλητική υποχλωριώδη(ς) υποχλωριώδης υποχλωριώδες
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι υποχλωριώδεις οι υποχλωριώδεις τα υποχλωριώδη
      γενική των υποχλωριωδών των υποχλωριωδών των υποχλωριωδών
    αιτιατική τους υποχλωριώδεις τις υποχλωριώδεις τα υποχλωριώδη
     κλητική υποχλωριώδεις υποχλωριώδεις υποχλωριώδη
Κατηγορία όπως «μανιώδης» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία επεξεργασία

υποχλωριώδης < λείπει η ετυμολογία

  Επίθετο επεξεργασία

υποχλωριώδης

  Μεταφράσεις επεξεργασία