Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
υπερφωσφορικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
υπερφωσφορικ
ός
η
υπερφωσφορικ
ή
το
υπερφωσφορικ
ό
γενική
του
υπερφωσφορικ
ού
της
υπερφωσφορικ
ής
του
υπερφωσφορικ
ού
αιτιατική
τον
υπερφωσφορικ
ό
την
υπερφωσφορικ
ή
το
υπερφωσφορικ
ό
κλητική
υπερφωσφορικ
έ
υπερφωσφορικ
ή
υπερφωσφορικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
υπερφωσφορικ
οί
οι
υπερφωσφορικ
ές
τα
υπερφωσφορικ
ά
γενική
των
υπερφωσφορικ
ών
των
υπερφωσφορικ
ών
των
υπερφωσφορικ
ών
αιτιατική
τους
υπερφωσφορικ
ούς
τις
υπερφωσφορικ
ές
τα
υπερφωσφορικ
ά
κλητική
υπερφωσφορικ
οί
υπερφωσφορικ
ές
υπερφωσφορικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
υπερφωσφορικός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
υπερφωσφορικός
→ λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
υπερφωσφορικός