Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
υπερκόσμιος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
υπερκόσμι
ος
η
υπερκόσμι
ος
&
υπερκόσμι
α
το
υπερκόσμι
ο
γενική
του
υπερκόσμι
ου
της
υπερκόσμι
ου
&
υπερκόσμι
ας
του
υπερκόσμι
ου
αιτιατική
τον
υπερκόσμι
ο
την
υπερκόσμι
ο
&
υπερκόσμι
α
το
υπερκόσμι
ο
κλητική
υπερκόσμι
ε
υπερκόσμι
ε
&
υπερκόσμι
α
υπερκόσμι
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
υπερκόσμι
οι
οι
υπερκόσμι
οι
&
υπερκόσμι
ες
τα
υπερκόσμι
α
γενική
των
υπερκόσμι
ων
των
υπερκόσμι
ων
των
υπερκόσμι
ων
αιτιατική
τους
υπερκόσμι
ους
τις
υπερκόσμι
ους
&
υπερκόσμι
ες
τα
υπερκόσμι
α
κλητική
υπερκόσμι
οι
υπερκόσμι
οι
&
υπερκόσμι
ες
υπερκόσμι
α
ομάδα '-ος -ος -ο & -α'
,
Κατηγορία
όπως «
ζημιογόνος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
υπερκόσμιος
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
υπερκόσμιος, -ος/-α, -ο
→ λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Συγγενικά
επεξεργασία
υπερκοσμίως
Μεταφράσεις
επεξεργασία
υπερκόσμιος