υπερκομματικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- υπερκομματικός < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίαυπερκομματικός, -ή, -ό
- που ξεπερνά τα συμφέροντα ενός μόνο πολιτικού κόμματος
Μεταφράσεις
επεξεργασία υπερκομματικός
|
υπερκομματικός, -ή, -ό
|