Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
υλοδοξία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
υλοδοξί
α
οι
υλοδοξί
ες
γενική
της
υλοδοξί
ας
των
υλοδοξι
ών
αιτιατική
την
υλοδοξί
α
τις
υλοδοξί
ες
κλητική
υλοδοξί
α
υλοδοξί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
υλοδοξία
<
ὓλη
+ -δοξία (
δόξα
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
υλοδοξία
θηλυκό
(
λόγιο
) (
παρωχημένο
)
υλισμός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
υλοδοξία