↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το υδροξύλιο τα υδροξύλια
      γενική του υδροξυλίου
υδροξύλιου
των υδροξυλίων
    αιτιατική το υδροξύλιο τα υδροξύλια
     κλητική υδροξύλιο υδροξύλια
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
υδροξύλιο < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

υδροξύλιο ουδέτερο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία