υδρογεωλογικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- υδρογεωλογικός < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίαυδρογεωλογικός, -ή, -ό
- σχετικός με την υδρογεωλογία
Μεταφράσεις
επεξεργασία υδρογεωλογικός
|
υδρογεωλογικός, -ή, -ό
|