υδατογραφικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- υδατογραφικός < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίαυδατογραφικός, -ή, -ό
- σχετικός με την υδατογραφία
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία υδατογραφικός
|
υδατογραφικός, -ή, -ό
|