υαλόφραχτος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- υαλόφραχτος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο επεξεργασία
υαλόφραχτος, -η, -ο
- που είναι φραγμένος, περικλείεται από γυαλί (κατασκευή φτιαγμένη κυρίως από γυαλί)
- ※ Το θερμοκήπιο, είναι ένας υαλόφρακτος χώρος προσαρτημένος στη νότια όψη του κτιρίου (triedrasi.gr, ανακτήθηκε στις 10/11/2022, [1])
Άλλες μορφές επεξεργασία
- ὑαλόφρακτος (στην καθαρεύουσα)
Μεταφράσεις επεξεργασία
υαλόφραχτος
|