Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τσόκι τα τσόκια
      γενική
    αιτιατική το τσόκι τα τσόκια
     κλητική τσόκι τσόκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

τσόκι < (άμεσο δάνειο) αλβανική çok (σφυράκι) < çuk (χτυπώ με σφυρί)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

τσόκι ουδέτερο

  Μεταφράσεις επεξεργασία