τσοπανάκος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- τσοπανάκος < τσοπάν(ης) + υποκοριστικό επίθημα -άκος
Ουσιαστικό
επεξεργασίατσοπανάκος αρσενικό
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασίαγια γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε τσοπάνης
τσοπανάκος
|