↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τσιγκογραφείο τα τσιγκογραφεία
      γενική του τσιγκογραφείου των τσιγκογραφείων
    αιτιατική το τσιγκογραφείο τα τσιγκογραφεία
     κλητική τσιγκογραφείο τσιγκογραφεία
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
τσιγκογραφείο < τσιγκογράφος + -είο

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

τσιγκογραφείο ουδέτερο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία