Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
τσεχοσλοβάκικος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
τσεχοσλοβάκικ
ος
η
τσεχοσλοβάκικ
η
το
τσεχοσλοβάκικ
ο
γενική
του
τσεχοσλοβάκικ
ου
της
τσεχοσλοβάκικ
ης
του
τσεχοσλοβάκικ
ου
αιτιατική
τον
τσεχοσλοβάκικ
ο
την
τσεχοσλοβάκικ
η
το
τσεχοσλοβάκικ
ο
κλητική
τσεχοσλοβάκικ
ε
τσεχοσλοβάκικ
η
τσεχοσλοβάκικ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
τσεχοσλοβάκικ
οι
οι
τσεχοσλοβάκικ
ες
τα
τσεχοσλοβάκικ
α
γενική
των
τσεχοσλοβάκικ
ων
των
τσεχοσλοβάκικ
ων
των
τσεχοσλοβάκικ
ων
αιτιατική
τους
τσεχοσλοβάκικ
ους
τις
τσεχοσλοβάκικ
ες
τα
τσεχοσλοβάκικ
α
κλητική
τσεχοσλοβάκικ
οι
τσεχοσλοβάκικ
ες
τσεχοσλοβάκικ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
τσεχοσλοβάκικος
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
τσεχοσλοβάκικος
→ λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
τσεχοσλοβάκικος