τσεχοσλοβάκικος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- τσεχοσλοβάκικος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίατσεχοσλοβάκικος, -η, -ο
- που σχετίζεται με την Τσεχοσλοβακία
Μεταφράσεις
επεξεργασία τσεχοσλοβάκικος
|
τσεχοσλοβάκικος, -η, -ο
|