↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο τριτεγγυητής οι τριτεγγυητές
      γενική του τριτεγγυητή των τριτεγγυητών
    αιτιατική τον τριτεγγυητή τους τριτεγγυητές
     κλητική τριτεγγυητή τριτεγγυητές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
τριτεγγυητής < τριτο- + εγγυητής

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

τριτεγγυητής αρσενικό (θηλυκό τριτεγγυήτρια)

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία