• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

τρεμοφέγγισμα

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τρεμοφέγγισμα τα τρεμοφεγγίσματα
      γενική του τρεμοφεγγίσματος των τρεμοφεγγισμάτων
    αιτιατική το τρεμοφέγγισμα τα τρεμοφεγγίσματα
     κλητική τρεμοφέγγισμα τρεμοφεγγίσματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
τρεμοφέγγισμα < τρεμοφέγγω + -μα

Ουσιαστικό

επεξεργασία

τρεμοφέγγισμα ουδέτερο

  • το να τρεμοφέγγει κάτι

Συγγενικά

επεξεργασία
  • → δείτε τις λέξεις τρεμοφέγγω, τρέμω και φέγγω

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    τρεμοφέγγισμα
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=τρεμοφέγγισμα&oldid=5521253"
Τελευταία επεξεργασία στις 4 Φεβρουαρίου 2022, στις 12:21

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 4 Φεβρουαρίου 2022, στις 12:21.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας