↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η τραγίλα οι τραγίλες
      γενική της τραγίλας
    αιτιατική την τραγίλα τις τραγίλες
     κλητική τραγίλα τραγίλες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
τραγίλα < τράγος + -ίλα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

τραγίλα θηλυκό

  1. (γενικότερα) βαρβατίλα
  2. (ειδικότερα) η μυρωδιά τράγου

  Μεταφράσεις

επεξεργασία