τηλεφημερίδα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- τηλεφημερίδα < τηλε- + εφημερίδα ((μεταφραστικό δάνειο) γαλλική téléjournal)
Ουσιαστικό επεξεργασία
τηλεφημερίδα θηλυκό
Μεταφράσεις επεξεργασία
τηλεφημερίδα
τηλεφημερίδα θηλυκό