τηλεγραφία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- τηλεγραφία (μαρτυρείται από το 1847)[1] < λόγιο ενδογενές δάνειο: γαλλική télégraphie[2][3][4] < τηλε- + -γραφία
Ουσιαστικό
επεξεργασίατηλεγραφία θηλυκό
- η τεχνική της μεταβίβασης μηνυμάτων μέσω του τηλεγράφου
Πολυλεκτικοί όροι
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη τηλέγραφος
Μεταφράσεις
επεξεργασία τηλεγραφία
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ σελ. 993, Τόμος Β΄ - Κουμανούδης, Στέφανος Αθ. (1900) Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων. Τόμοι: 2 (Εισαγωγή,@anemi). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
- ↑ τηλεγραφία - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- ↑ τηλεγραφία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας