τετραετηρικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- τετραετηρικός < τετραετηρίδα
Επίθετο
επεξεργασίατετραετηρικός, -η, -ο
- αυτός που σχετίζεται ή αναφέρεται σε τετραετηρίδα ή που επαναλαμβάνεται ανά τετραετία
Μεταφράσεις
επεξεργασία τετραετηρικός
|